Δηλωνεται κατηγορηματικα οτι, ολα τα δημοσιευομενα ποιηματα, αποσπασματα ποιηματων η, και στιχοι κ.λπ. λογοτεχνικα κειμενα ειναι απο εντυπες εκδοσεις ευρισκομενες στη κατοχη του διαχειριστη αυτου του ιστολογιου. Σε οποιαδηποτε αλλη περιπτωση, γινεται link κατ' ευθειαν στα ιστολογια στα οποια βρισκονται και οχι αναδημοσιευση τους, ακομη κι αν δεν υπαρχει σχετικο απαγορευτικο σημα.

Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2011

JORGE LOUIS BORGES


DULCIA LINQUIMUS ARVA


Φιλιωσανε οι πατεραδες μου
με την απεραντοσυνη της χωρας,
καταχτησαν τη φιλια της παμπας
και δεσανε με την αγαπη της δουλειας
τη γη, τη φωτια, το νερο, τον αερα.
Ητανε στρατιωτες και χωριατες
και θρεψανε την καρδια τους με την ελπιδα
κι ο οριζοντας
σαν υψηλη επωδος
ηχησε μες στην τραχια μερα.
Η μερα τους ηταν καθαρια σαν το ρυακι.
Δροσερη ηταν η εσπερα σαν το πηγαδι της αυλης
και στη ζωη τους ηταν τεσσερις εποχες
σαν τους τεσσερις στιχους μιας στροφης καρτερημενης.
Περασανε αγρια νεφη σκονης
πανω σ' αμαξια η καβαλλαρηδες
και τους ευφρανε η λαμψη
που αναβει η ευδια πανω στο φως του σπαθοχορτου.
Ο ενας πολεμησε τους γοτθους,
ο αλλος κουρασε το σπαθι του στην Παραγουαη,
ολοι γνωρισανε το αγκαλιασμα του κοσμου
κ' υποταχτικη γυναικα στην αγαπη τους ηταν η εξοχη.
Οι καρδιες των αλλων ητανε γαληνιες
σαν παραθυρι που βλεπει στον καμπο'
μεγαλες φανταζανε οι μερες τους
απο ουρανο και πεδιαδα καμωμενες.
Σοφια της γης ηταν η δικια τους,
σοφια καμωμενη
απο κονταρι που ειναι τροφη,
απο αστρο που ειναι μονοπατι
κι απο θερμη κιθαρα.
Μαυρο αιμα απο στροφες ξεπηδησε απο τα χερια τους
κ' εμπιστευτηκανε τον εαυτο τους στο τραγουδι ενος πουλιου.
Μα εγω ειμαι ενας αστος και δεν ξερω πια αυτα τα πραμματα,
ειμαι ανθρωπος της πολης, της συνοικιας, του δρομου,
τα μακρινα τραινα συνοδευουν τη θλιψη μου
μ' εκεινον τον μακρυ λυγμο που αφηνουμε μεσα στο βραδι.


( του ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ, απο την " ανθολογια
παγκοσμιου ποιησεως " του ΑΡΗ ΔΙΚΤΑΙΟΥ )





Δεν υπάρχουν σχόλια: